Λόγος στη γιορτή της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας



Αγαπητοί μου,
έχω την αίσθηση πως η ζωή μας είναι μια πορεία ανηφορική, ένας γολγοθάς στον οποίο αγωνιζόμαστε να ανέβουμε κουβαλώντας ο καθένας την αμαρτωλότητά του. Στην κορυφή, ανάλογα, μας περιμένουν δύο πιθανότητες. Η μία είναι να ακουμπήσουμε το Χριστό και η άλλη να κατρακυλήσουμε στην πίσω σκοτεινή πλευρά που οδηγεί στην κόλαση.
Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι μια μικρογραφία αυτής της πορείας και μας οδηγεί στην Ανάσταση. Στη διαδρομή αυτής της χρονικής περιόδου και για να νιώσουμε αληθινά την Ανάσταση, πρέπει να ξεφορτωθούμε όσο γίνεται μεγαλύτερο βάρος από τις αμαρτίες μας. Πώς θα τα καταφέρουμε; Μα με την μετάνοια.
Η Εκκλησία μας, οι Πατέρες της Εκκλησίας θέσπισαν κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, εορτές που μας παροτρύνουν σ’  αυτή μας την πράξη και μας διδάσκουν πως ποτέ δεν είναι αργά για να σωθούμε. Θυμάστε τον ληστή που συσταυρώθηκε  με τον Κύριό μας; Την ύστατη στιγμή είπε «Μνήσθητί μου Κύριε εν τη βασιλεία Σου» και ο Χριστός τον δέχτηκε λέγοντας «σήμερον μετ’ εμού έση εν τω παραδείσω».
Μια από τις εορτές αυτές είναι και η σημερινή μνήμη της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας. Ποια ήταν λοιπόν αυτή η Μαρία; Ας δούμε την ιστορία της:
Η Μαρία ήταν ένα δωδεκάχρονο κορίτσι κάπου στην Αίγυπτο του 5ου αιώνα μ.Χ. που για δικούς της ή και οικογενειακούς λόγους αποφάσισε να μεταβεί στη μεγάλη πόλη της Αλεξάνδρειας να «ζήσει» τη ζωή της. Πράγματι την έζησε για δεκαεπτά ολόκληρα χρόνια μέσα στην ασωτία και την ακολασία. Έγινε μια ξακουστή και καλοπληρωμένη πόρνη. Πάντα όμως ζητούσε να ζήσει περισσότερη αμαρτία κι όταν έμαθε από κάποιους ταξιδιώτες ότι θα πήγαιναν στα Ιεροσόλυμα στην εορτή της Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού, αποφάσισε να τους ακολουθήσει πιστεύοντας ότι βρήκε την ευκαιρία που έψαχνε.
Στα Ιεροσόλυμα συνέχισε την ίδια ακόλαστη ζωή και μερικές μέρες αργότερα ακολουθώντας κάποιους προσκυνητές έφτασε στην είσοδο του ναού. Από περιέργεια και όχι μόνο θέλησε να μπει στο εσωτερικό. Τότε όμως διαπίστωσε ότι αόρατη δύναμη την εμπόδιζε να το πράξει. Επιχείρησε κι άλλη κι άλλη φορά μα ενώ δίπλα της άλλοι άνθρωποι εισέρχονταν εκείνη σάμπως είχε μπροστά της ένα τζάμι, δεν μπορούσε. Τότε ήταν που κατάλαβε. Έπεσε στα γόνατα και με δάκρυα στα μάτια παρακαλούσε την Παναγία να μεσιτεύσει στο Γιο της για να της επιτρέψει να προσκυνήσει κι εκείνη τον Σταυρό Του κι ύστερα ακολουθώντας το θέλημά Του να μεταβεί όπου Εκείνος θα την οδηγούσε για να σωθεί.
Η προσευχή της εισακούστηκε. Το απολωλός πρόβατο αγκαλιάστηκε από τον Ποιμένα. Σύρθηκε οδυρόμενη στα πόδια του Τιμίου Σταυρού και μετανιωμένη για τις πολλές αμαρτίες της, προσκύνησε. Ξεφορτώθηκε το βάρος των αμαρτιών της και βγήκε έξω. Τα βήματά της την οδήγησαν στην έρημο πέραν του Ιορδάνη ποταμού και έζησε εκεί 47 χρόνια μέσα σε προσευχή και νηστεία. Το αμαρτωλό της κορμί έλιωσε και παρέμενε μόνο για να κατοικεί μέσα του η αγιασμένη ψυχή της.
Κόντευε πια τα 80 της όταν στην ίδια έρημο βρέθηκε ο γέροντας μοναχός πατήρ Ζωσιμάς οδηγημένος από τον Κύριό μας για να βρει περισσότερη σοφία κι αγιοσύνη. Η συνάντηση με την Οσία Μαρία ήταν καταλυτική και για τους δυο τους. Διηγείται ο ίδιος, πώς την συνάντησε, πώς της έδωσε να ντύσει την γύμνια της, πώς του εξιστόρησε εξομολογούμενη όλο τον πρότερο αμαρτωλό της βίο, πώς έζησε στην έρημο τρώγοντας βλαστάρια και ρίζες φυτών. Διηγείται ακόμη πως την είδε να ανυψώνεται από το έδαφος καθώς του μιλούσε γνωρίζοντας το όνομά του, το μοναστήρι απ’  όπου προερχόταν, την ιερατική του ιδιότητα και πολλά άλλα. Στο τέλος του ζήτησε να ξαναέλθει σε ένα χρόνο το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης για να την μεταλάβει των αχράντων μυστηρίων αλλά χωρίς να περάσει τον Ιορδάνη. Εκείνη θα τον συναντούσε.
Πράγματι την επόμενη χρονιά, το βράδυ της Μ. Πέμπτης, ο πατήρ Ζωσιμάς ξεκίνησε για τον Ιορδάνη. Περιμένοντας την Οσία σκεφτόταν ανήσυχος  πώς θα ερχόταν από την απέναντι όχθη αφού ούτε γεφύρι υπήρχε εκεί ούτε και βάρκα διέθετε. Και τότε την είδε, την είδε να έρχεται περπατώντας πάνω στα ύδατα του Ιορδάνη. Γονάτισε μπροστά στον αββά Ζωσιμά, ζήτησε την ευλογία του απήγγειλε το «Πάτερ ημών» και το «Πιστεύω» αυτή που σε σχολειό δεν πήγε και γράμματα δεν ήξερε και κοινώνησε Σώμα και Αίμα Χριστού. Κατόπιν αφού τον παρακάλεσε να έλθει και την επόμενη χρονιά στο μέρος που είχαν πρωτοσυναντηθεί  αποχώρησε με τον ίδιο τρόπο. «Μέγας είσαι Κύριε και θαυμαστά τα έργα Σου» αναφώνησε ο γέροντας και ευχαρίστησε το Θεό που τον αξίωσε να δει με τα μάτια του τόση αγιότητα.
Πράγματι το επόμενο έτος ο πατήρ Ζωσιμάς, πέρασε τον Ιορδάνη και αναζήτησε την Οσία. Την βρήκε σε απόσταση 20 ημερών πορεία ξαπλωμένη σε κατεύθυνση προς ανατολάς, νεκρή. Δίπλα της, πάνω στο χώμα, ήταν γραμμένο το θέλημά της. Να ταφεί σε κείνο το σημείο. Και μια πληροφορία: Πέθανε την ίδια μέρα που μετάλαβε την προηγούμενη χρονιά. «Μέγας είσαι Κύριε και θαυμαστά τα έργα Σου» αναφώνησε πάλι ο πατήρ Ζωσιμάς, «πώς είναι δυνατόν να διανύσει σε μια ώρα όση απόσταση χρειάστηκα εγώ είκοσι μέρες»;
Βλέπετε, αγαπητοί μου, κι ο πιο αμαρτωλός από μας όχι μόνο μπορεί με την αληθινή μετάνοια να σωθεί αλλά και να γίνει υπόδειγμα αγιότητας.
Μακάρι τούτες τις μέρες τις άγιες να μπορέσουμε κι εμείς να ξαλαφρώσουμε από το βάρος των κάθε λογής αμαρτιών μας ώστε να «εισέλθουμε με τ’ Αυτού εις τον γάμον» και όπως προείπα να νιώσουμε αληθινά την Ανάσταση. Αμήν .

Ιερός Ναός Παναγίας Ξενιάκου
21 Απριλίου 2013
Κυριακή Ε΄ των Νηστειών


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου